- ἐσχάρινθον
- ἐσχάρ-ινθον, τό, a dance at Sparta, Poll.4.104.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
εσχάρινθον — ἐσχάρινθον, τὸ (Α) σπαρτιατικός χορός, πιθ. από το όνομα τού αυλητή που τόν επινόησε. [ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολογίας] … Dictionary of Greek
ἐσχάρινθον — neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)